Παρασκευή 3 Ιουλίου 2015

#3.Ιστορίες για κοινούς βίους.

#3.Ιστορίες για κοινούς βίους.


Για την συνύπαρξη που έρχεται,


Για τα επόμενα κοινόβια που θα επιλέξουμε να χτίσουμε,




Οφείλουμε για αρχή να απελευθερωθούμε από τα χεράκια που μας κρατούν το χέρι…


«Πάντα ένιωθα να μου κρατάνε το χέρι. Κάθε φορά που πήγαινα να το τραβήξω, την πλήρωνα με τιμωρίες, επιπλήξεις, απομονώσεις, προσωρινές διαγραφές. Τελικά τα κατάφερα να ξεφύγω, έχω το χέρι μου ελεύθερο, το διαθέτω όπως θέλω, μουτζώνω ή το φέρνω στα σκέλια μου ανάμεσα λέγοντας “Να!”, άλλοτε πάλι τα ξύνω δε δίνω λογαριασμό σε κανένα.» *1


Στην συνέχεια να συνειδητοποιήσουμε την κατάσταση στην οποία ανεπιτυχώς επιβιώναμε, με μια ειλικρινή ανασκόπηση


«Τόσα χρόνια μπουχτίσαμε από θαλαμάρχες, παρεάρχες, ακτινάρχες, όλων των ειδών τους άρχες, όρχεις που μας επέβαλαν να κατουράμε στη βούτα κατά ομοιόμορφο τρόπο…Ου να χαθούνε. Εμ’ κι εμείς τα ανθρωπάκια που δεχτήκαμε χρόνια να τρώμε στη μάπα τη “ράγια”; Και να σκέφτομαι πως υπάρχουν ακόμα άνθρωποι που αποδέχονται τους κανόνες μιας τέτοιας ζωής. Τι τους συμβαίνει και χώνονται μέσα στην μάντρα; Πάντως, εγώ απ’ όσο ξέρω και οι φίλοι μου, σε μάντρα δεν ξαναμπαίνω, οποιαδήποτε μάντρα….Δεν έχουμε χρόνο πια για δοκιμή κι άλλωστε γιατί να επιχειρήσουμε από δρόμους που ξέρουμε πως δεν οδηγούν πουθενά; Μήπως φταίγαν τα πρόσωπα και οι αρχές παραμένουν αλώβητες; Να τελειώνει αυτό το μπέρδεμα, αρχές και πρόσωπα, μορφή και περιεχόμενο, ιδέες και πράξη, όλα είναι ένα, όταν τα ξεχωρίζετε πάτε να περισώσετε κάτι. Φταίει λοιπόν στο σύνολο αυτή η ίδια η υπόθεση, οι αρχηγοί και τα μέλη, ιεράρχηση κι επιτροπάτα, οικουμενικές και μη σύνοδοι με αποφάσεις “πιστεύω”. Τίποτα πια δεν πιστεύω, όλα σαβούρα για πέταμα.

Να το έχουν υπόψη τους όσοι θα οικοδομήσουν στο μέλλον κοινόβια, έστω και στο φεγγάρι, τους αρχηγούς σαβουρντιστούς μες στον κρατήρα. Εκεί ας μαζέψουν στάχτη, πέτρες, χώμα, κι ας χτίσουν ένα νέο κόμμα. Εμείς πια αποκλείεται, τουλάχιστον με την θέληση μας… Για τις “σταυροφορίες” μην ελπίζουν, σε τέτοια κόλπα δεν ξαναμπαίνουμε. Πόσο φύραναν οι ιδέες, πόσο λιγόστεψαν οι αφελείς σ ’αυτόν τον κόσμο και οι ήρωες.» *1*

Επίσης, οι τωρινοί υπάνθρωποι να απεμπολήσουν κάθε αίσθημα φασιστικής ανωτερότητας που τους καρτερεί, τροφοδοτώντας το άπληστο Θηρίο, και να συμπεριφερθούν σαν…άνθρωποι, αναγνωρίζοντας πως: «Δικαιοσύνη είναι ο σεβασμός της αξιοπρέπειας του ανθρώπου, που εκδηλώνεται αυτόματα και εξασφαλίζεται αμοιβαία.»


Κλείνοντας μία ιστορία για την αποτελεσματική αντιμετώπιση του Θηρίου. Από ένα άλλο μακρινό κοινόβιο που ξέρασε την μισαλλοδοξία αποτινάζοντας κάθε μορφή καταπίεσης. Εσωτερικής κι εξωτερικής. Γιατί τα πάντα μπορούν να συμβούν. Γιατί η λέξη ουτοπία δεν υπάρχει στο λεξιλόγιο τους, παρά μόνο στην γλώσσα των Θηρίων.


«Διηγείται ο γέρο-Αντόνιο ότι όταν ήταν νέος ,ο πατέρας του, ο Δον Αντόνιο, του έμαθε να σκοτώνει το λιοντάρι χωρίς πυροβόλο όπλο:

Το λιοντάρι πρώτα κατακρεουργεί το θύμα του, έπειτα πίνει το αίμα τρώγοντας την καρδιά κι αφήνει τα υπολείμματα για τα κοράκια. Δεν υπάρχει τίποτα που να μπορεί να αντισταθεί στην δύναμη του λιονταριού.. Το λιοντάρι μπορεί να το νικήσει μονάχα μια δύναμη εξίσου βίαια, αιμοβόρικη και ισχυρή.

-Και ποια είναι αυτή; αναρωτήθηκε ο γέρο Αντόνιο


Ο Δον Αντόνιο έδωσε στον γέρο-Αντόνιο έναν καθρέφτη.

-Εγώ; ρώτησε ο γέρο-Αντόνιο

-Όχι, όχι εσύ. Δείχνοντας σου τον καθρέφτη θέλησα να πω πως η δύναμη που μπορεί να νικήσει το λιοντάρι, είναι η ίδια του η δύναμη…


Όταν καταλάβαμε πως μόνο το λιοντάρι μπορούσε να νικήσει το λιοντάρι αρχίσαμε να σκεφτόμαστε τι να κάνουμε, ώστε να έρθει αντιμέτωπο με τον ίδιο του τον εαυτό. Οι γέροι της κοινότητας είπαν πως έπρεπε να γνωρίσουμε το λιοντάρι και ανέθεσαν σε έναν νέο να το γνωρίσει….

Ανέβασαν τον νέο στην κορφή μιας ceiba (ψηλό δέντρο) και στη βάση της άφησαν μια αγελαδίτσα δεμένη. Έφυγαν. Ο νέος έπρεπε να παρατηρήσει τι θα έκανε το λιοντάρι με την αγελαδίτσα και να επιστρέψει στην κοινότητα να διηγηθεί αυτό που είχε δει. Έτσι κι έκανε, και ήρθε το λιοντάρι και σκότωσε και κατακρεούργησε την αγελαδίτσα, κατόπιν ήπιε το αίμα της τρώγοντας την καρδιά κι έφυγε όταν πια τα κοράκια έκαναν κύκλους περιμένοντας την σειρά τους.
Ο νέος πήγε στην κοινότητα και διηγήθηκε αυτό που είδε, οι γέροι σκέφτηκαν λίγο και είπαν: “Ο θάνατος που σκορπά ο φονιάς, ας είναι ο θάνατος του.” Και παρέδωσαν στον νέο έναν καθρέφτη, μερικά καρφιά για πετάλωμα και μια αγελαδίτσα. “Αύριο είναι η νύχτα της δικαιοσύνης” είπαν οι γέροι.
Την επόμενη μέρα, τ ’απόγευμα ο νέος έφυγε από την κοινότητα και πήγε στην βάση της ceiba. Όταν έφτασε σκότωσε την αγελαδίτσα και της ξερίζωσε την καρδιά. Κατόπιν έσπασε τον καθρέφτη σε πολλά κομματάκια και τα κόλλησε στην καρδιά με το ίδιο της το αίμα, κατόπιν άνοιξε την καρδιά κι έβαλε μέσα τα καρφιά. Ξανάβαλε την καρδιά στο στήθος της και με ξύλα έφτιαξε ένα σκελετό για να τη στηρίξει στα πόδια της, σαν να ήταν ζωντανή. Ανέβηκε ο νέος στην κορυφή της ceiba και περίμενε.
Όλα ήταν νύχτα πια όταν ήρθε το λιοντάρι. Πλησίασε το ζώο και με ΄ένα σάλτο επιτέθηκε στην αγελαδίτσα και την κατακρεούργησε. Όταν έγλειψε την καρδιά, το λιοντάρι υποψιάστηκε πως το αίμα ήταν ξερό, αλλά τα κομματάκια του σπασμένου καθρέφτη του πλήγωσαν την γλώσσα και την έκαναν να ματώσει. Έτσι πίστεψε πως το αίμα του στόματος του ήταν αυτό της αγελάδας και με έξαψη δάγκωσε όλη την καρδιά. Τα καρφιά το έκαναν να ματώσει περισσότερο, αλλά το λιοντάρι συνέχισε να πιστεύει πως το αίμα που είχε στο στόμα του ήταν αυτό της αγελαδίτσας. Μασώντας και μασώντας, όλο και περισσότερο πληγωνόταν το ίδιο και όσο περισσότερο μάτωνε τόσο περισσότερο μασούσε.

Έτσι έκανε μέχρι που πέθανε αιμορραγώντας.


Έτσι διηγείται ο γέρο-Αντόνιο πως σκοτώνεται το λιοντάρι.


Αλλά, εκτός από το καθρεφτάκι …πάντα έχει μαζί του την παλιά του chimba (κυνηγετικό όπλο με φιτίλι).


Είναι για την περίπτωση που το λιοντάρι δε γνωρίζει την ιστορία.»*2*




*1: Απόσπασμα από το βιβλίο του Μάριου Χάκκα «Το Κοινόβιο». Κυκλοφορούσε από τις εκδόσεις Κέδρος.

*2: Απόσπασμα από το βιβλίο του Subcomanadante Marcos «Ιστορίες του Γέρο-Αντόνιο». Κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Ροές. 

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου